[ ] Lykao. — Laodicea Comb. (Lādik) — Kadınhanı
1 Αὐρ. Κυριακὸς
ἀνυψυὸς
ἀνέσθησα
Τα πρεσβυ-
5 θέρῳ {²⁶πρεσβυτέρῳ}²⁶ μνή-
μης χάριν.
Search Help
Contact Us