[ ] Lykao. — Laodicea Comb. (Lādik)
1 ․․․․ιος Ἀγάθων ἑ<α>υτ[ῷ ․․․․․ καὶ {²τῇ δεῖνι}²]
[ζ]ώσῃ καὶ τοῖς πρότ[ερον κεκηδευμένοις(?)].
Search Help
Contact Us