[ ] Lykao. — Laodicea Comb. (Lādik) — Kadınhanı — SEG 34.1319(19) cf.
2 ... ἀνέσ-
τησα τοῦ(!)
γλυκυτά-
5 του μου οι-
<εἱ>οῦ {²⁶υἱοῦ}²⁶ [Τι]ηου
τήτ<λ>ο<ν> {²⁶τίτλον}²⁶
μνήμης
[χάρ]ιν.
Search Help
Contact Us