[ ] Lyd., N.E. — Ioulia Gordos (Gördes)
1 [ἡ βουλ]ὴ καὶ ὁ δ̣[ῆμος]
[Ἰουλι]έων Γορ[δηνῶν]
[ἐτείμ]ησεν Ἀλέξ[αν]-
[δρον] Ἀ̣λεξάνδρου̣ [τὸν]
5 [στεφα]νηφόρον κ[αὶ]
— — —
Search Help
Contact Us