[ ] Syr., Emesene — Emesa (Ḥomṣ) — 135 AD
1 ἔτ̣ους
ζμυʹ, μη[νὸς]
Ἀπελλέ[ου]
ηʹ. Φλάου-
5 ιε Βήρυ-
λλε ἄλ[υ]-
παι χα[ῖρε].
Search Help
Contact Us