[ ]
Lyd. — Saittai (Sidaskale) — İcikler — 223/224 AD — ZPE 36 (1979) 176, 32
1 | ἔτ(ους) τηʹ, μη(νὸς) Ὑπερβε- |
ρεταίου εʹ ἀ(πιούσῃ), ἐτεί- | |
μησαν ἡ συνεργα- | |
σία τῶν ἐριοργῶν̣ | |
5 | Ἀντίοχον Ἑρμοῦ |
ζή(σαντα) ἔτ(η) νʹ |