[ ] Gal. Phryg. — Laodicea Comb. (Lādik) — Kurşunlu
[— — — ἀνέστη]-
[σα τῶ γλυ]-
1 κυ̣τ̣ά[τω]
ἀνδρί μου
Εὐλαλίω
μ̣νήμης
5 χάριν.
Search Help
Contact Us