[ ] Lyd., N.E. — Kollyda (İncesu-Gölde)
1 Νίκη θεῷ [Ἀ]-
σ<κ>ληπιῷ [εὐ]-
χαριστ[ήριον]
ἀνέσ̣[τησεν].
Search Help
Contact Us