[ ]
Lyd. — Sardis (Sart) — ca. 200 AD
1 | ❦ Βοκό̣[ντιον τὸν ἐν]λογι[μώτατον ❦] |
[καὶ] πολ[υγνώμονα οἱ συν]πο[λειτευόμενοι(?)]. |
1 | ❦ Βοκό̣[ντιον τὸν ἐν]λογι[μώτατον ❦] |
[καὶ] πολ[υγνώμονα οἱ συν]πο[λειτευόμενοι(?)]. |