[ ] Syr., Apamene — Apameia
1 [ἀ]γαθ[ῇ τύχῃ].
καθὼ[ς]
ἔδοξ[ε]
τῇ βου[λῇ]
5 καὶ τῷ <δ>[ή]-
μῳ, Πού[π(λιον)]
Αἴλιον
Κρίσπον,
τραγι[κ]ῆς
10 καὶ ἐνρύθμ[ου]
κεινήσεως {²⁶κινήσεως}²⁶
ὑποκριτήν,
τὸν ἑαυτ[ῶν]
πολείτην.
Search Help
Contact Us