[ ]
Eg. — Alexandria — Archaeologia 28 (1840) 165, no. 14
1 | Ἀντωνεῖνε γλυκύτατε, εὐ[ψύχι], |
[(ἐτῶν)] λεʹ, [μη(νῶν)] βʹ, ἡμε(ρῶν) κζʹ. |
1 | Ἀντωνεῖνε γλυκύτατε, εὐ[ψύχι], |
[(ἐτῶν)] λεʹ, [μη(νῶν)] βʹ, ἡμε(ρῶν) κζʹ. |